του Γιάννη Καρανικόλα
Οι κυβερνώντες σκαρφιστήκαν αισίως τις «βαλβίδες αποσυμπίεσης» των περιοριστικών μέτρων για την εξάπλωση της πανδημίας. Μέσα στα άλλα, άνοιξαν και οι υπαίθριοι αρχαιολογικοί χώροι. Επετράπη έτσι στους αρχαιολόγους να επισκεφτούν τον Βράχο της Ακρόπολης. Ως επισκέπτες βέβαια, και όχι ως συλλογικό και με λόγο επί του χώρου όργανο (το Υπουργείο Πολιτισμού αρνήθηκε στον ΣΕΑ συστηματικά και κατ’ επανάληψη την αυτοψία του χώρου, αφ’ ης στιγμής τοποθετήθηκε τσιμέντο στον Βράχο, δήθεν για την εξυπηρέτηση ατόμων ΑΜΕΑ). Τούτα μας πληροφορεί μέσω φωτογραφιών και περιγραφών, ένας νέος και δραστήριος αρχαιολόγος με πολύ αξιόλογη παρουσία στο facebook, διαχειριστής της σελίδας «Αθηνολόγιο». Για του λόγου το αληθές μπορεί κάποιος να το επιβεβαιώσει με ένα απλό κλικ στον υπολογιστή του, ή να κόψει εισιτήριο και να επισκεφτεί ο ίδιος την Ακρόπολη. Προσοχή όμως! Μέχρι 3 άτομα. Γιατί τα μπουλούκια είναι επικίνδυνα. Μπουλούκια από μεγάλες παρέες. Μπουλούκια από μεγάλες οικογένειες.
Πέρα από την χυδαία δικαιολόγηση του έργου εκ μέρους του Υπουργείου, με την επίκληση δηλαδή της διευκόλυνσης των ατόμων ΑΜΕΑ ως προς την προσβασιμότητα του χώρου -κάτι που πρακτικά δεν μπορεί να ισχύει, με τον τρόπο που εκτελέστηκε εν τέλει το έργο-, πρέπει να δούμε βαθύτερα τούτη, αλλά και παρόμοιας αισθητικής εμπνεύσεις και παρεμβάσεις της πολιτικής και πολιτισμικής ελίτ της χώρας. Ενδεικτικά αναφέρουμε την αδικαιολόγητη εμμονή του Υπουργείου να αποσπαστούν τα βυζαντινά ευρήματα από την Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, και το λογότυπο της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» όπου απεικονίζεται γραφιστικά το νούμερο 21. Συγκεκριμένα, το νούμερο 2 συντίθεται από μπλε και άσπρες ρίγες και «ανεμίζει», θυμίζοντας την ελληνική σημαία. Με μια βασική διαφορά: Απουσιάζει ο Σταυρός.
Δεν είναι τυχαίο που ο νέος Αθηναίος, μεγαλωμένος γύρω από τέσσερις γκρίζους τοίχους, σκληρά πατώματα στα πόδια του και ντουβάρια στο κεφάλι του, λησμόνησε πολλούς από τους γύρω του, τον γαλάζιο ουρανό και το αφράτο ή πετρώδες χώμα. Οι σφιχταγκαλιασμένοι πλησίονες, ο καθάριος ουρανός και η πρόσφυση σε ένα έδαφος λίγο πολύ γυμνό, συνέθεταν από αρχαιοτάτων χρόνων την ιδιαίτερη πατρίδα του Έλληνα, το χωριό. Όσο η Αθήνα τσιμεντώνεται, τόσο γιγαντώνεται, και όσο γίνεται μεγαλούπολη, τόσο βαραίνει. Γιατί κάποιοι πιστεύουν πως βαρύς ίσον πληθωρικός. Και ασχημαίνει το σώμα της και βρωμά η αναπνοή της. Πάνε οι αρχαίοι ναοί, τα μαρμάρινα πόδια της. Τσιμεντώθηκαν. Πάνε οι αρχαίοι ποταμοί, η ανάσα το νάμα της. Τσιμεντώθηκαν.
Από την μια, αυτοί που βάζοντας τσιμέντο παντού, επιδιώκουν να φέρουν ορδές τουριστών. Ει δυνατόν, να τα ξεπουλήσουν όλα. Αλλοιώνουν έτσι την φυσιογνωμία των κοινών τόπων, ώστε αυτοί οι τελευταίοι να ανταποκρίνονται στις αφίσες των ταξιδιωτικών γραφείων. Από την άλλη, εκείνοι που συστηματικά τις τελευταίες δεκαετίες αποδομούν την εθνική ιστορία και την συλλογική μνήμη ενίοτε λόγω διαπλοκής με ξένα συμφέροντα ή/και συχνότατα λόγω ιδεοληψίας. Πάντα όμως με τον μανδύα της επιστημονικότητας. Και φτάνουμε στο σημείο να παίζονται κάθε χρόνο τέτοιες μέρες τα ρεπορτάζ του τύπου: «νέοι μπερδεύουν την 25η Μαρτίου με την 28η Οκτωβρίου» κ.λπ. Με μια προσεκτική ματιά, διακρίνεται η χαιρεκακία πολλών δημοσιογράφων σε τέτοιου είδους ρεπορτάζ. Οι οποίοι δεν είναι, παρά συμμέτοχοι σε αυτή τη συλλογική αμνησία όταν αδυνατούν να δημιουργήσουν εκπομπές λόγου ή ντοκυμανταίρ, που να αναμετρώνται με τέτοια ιστορικά και κοινωνικά ζητήματα. Η εύκολη λύση για αυτούς και τους εργοδότες-καναλάρχες είναι οι εκπομπές ριάλιτι και το χολυγουντιανό ξυλίκι. Πώς να βρει και πώς να πιάσει το νήμα οποιουδήποτε παρελθόντος ο Αθηναίος όπως αυτός περιγράφηκε παραπάνω;
Κι έρχεται σαν χαστούκι η γραφή του ποιητή:
72. Σὰν ποτάμι τὸ αἷμα ἐγίνη,
Καὶ κυλάει ’σ τὴν λαγκαδιά,
Καὶ τὸ ἀθῷον χόρτο πίνει
Αἷμα ἀντὶς γιὰ τὴν δροσιά.
73. Τῆς αὐγῆς δροσάτο ἀέρι,
Δὲν φυσᾷς τώρα ἐσὺ πλιὸ
’Σ τῶν ψευδόπιστων τὸ ἀστέρι·
Φύσα, φύσα εἰς τὸ Σταυρό.
Αυτός είναι ο καημός, αυτός είναι ο παλμός των ανθρώπων που κάναν «τὸν ἄλλο Σηκωμό». Που φτάσαν πολλοί σήμερα, Αθηναίοι κυρίως, να ντρέπονται να τον πουν με τ’ όνομά του. Να ντρέπονται να προφέρουν τα λόγια του ποιητή. Να στέκονται αμήχανα μπροστά στον Σταυρό. Να λησμονούν πως από το 1820 είχε αποφασίσει το Γένος -δια του Υψηλάντη- να κάνει την Έξοδο μέσα στην Άνοιξη. Του Ευαγγελισμού. Γιατί η Άνοιξη δεν σταμάτησε στους αρχαίους… Οι «στραυτευμένοι» ιστορικοί ας τουρκολατρίζουν όσο θέλουν. Και οι δημοσιογράφοι ας αποχαυνώνουν όσους καταφέρουν.
Κοντή γιορτή. Την 25η Μαρτίου και κάθε 25η Μαρτίου. «Χαῖρε λοιπόν, καθαρώτατον ἔσοπτρον τῆς παρθενίας! Χαῖρε, ἔμψυχε εἰκὼν τοῦ Θεοῦ! Χαῖρε, θεότευκτον ἄγαλμα τῆς καθαρότητος, καὶ θρόνε ἡλιοστάλακτε, ὅπου μέλλει να καθίσῃ ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων!». Γιατί αν δεν υπήρχαν άνθρωποι όπως ο Επίσκοπος Ηλίας Μηνιάτης να κρατήσουν το Γένος όρθιο με τέτοιους λόγους, ίσως δεν θα γιορτάζαμε στην Ελλάδα ούτε τον Ευαγγελισμό, ούτε την Επανάσταση. Τούτο είναι το κλέος το αλησμόνητο, το πολεμούμενο!