Η Παθολογία ενός επιτελικού Κράτους
του Δημήτρη Ναπ.Γιαννάτου*
Σε τούτο τον τόπο, ανάμεσα στο Κράτος και στον «Ιδιώτη», γεννήθηκε η κοινότητα και η Δημοκρατία. Εκεί όπου το δικαίωμα του «συνανήκειν» είναι ταυτισμένο με το δικαίωμα του «συναποφασίζειν». «Το Αληθεύειν εστί κοινωνείν», έλεγε ο Ηράκλειτος. Και συμπλήρωνε: «Καθ’ ότι αν κοινωνήσωμεν, αληθεύομεν, α δε αν ιδιάσωμεν, ψευδόμεθα». Έτσι, λοιπόν, από τον Φεβρουάριο του 2025, ένας (αντικοινωνικός) Νόμος που ψεύδεται, καθώς προσχηματικά, θέλει να «μεταρρυθμίσει» Ψυχική Υγεία και Απεξάρτηση, συγχώνευσε όλα τα Προγράμματα Απεξάρτησης στη χώρα (ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ, ΟΚΑΝΑ, ΙΑΝΟΣ, κ.ά), σ’ ένα νεοπαγές μόρφωμα ονόματι Εθνικός Οργανισμός Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων (Ε.Ο.Π.Α.Ε)
Την πλούσια αυτή κληρονομιά της ελληνικής κοινότητας που στα χέρια έμπειρων θεραπευτών, μετουσιώθηκε στην ψυχοκοινωνική θεραπευτική ομάδα, ουσιαστικά διέγραψε ένα νομοσχέδιο-αχταρμάς. Τις διαφορετικές προσεγγίσεις στην απεξάρτηση (Θεραπευτικές κοινότητες, ψυχοθεραπευτικές ομάδες στο Ε.Σ.Υ, χορήγηση υποκατάστατων, μείωση βλάβης, κ.ά), που λειτουργούσαν σε αποτελεσματικό επίπεδο —σύμφωνα με ευρωπαϊκές μελέτες— κατάφερε ο πρόσφατος Νόμος να τις απονευρώσει για να τις προσφέρει μακροπρόθεσμα, θυσία στην ιδιωτικοποίηση του κέρδους και την οικονομίστικη διαχείριση των εξαρτημένων, ως νούμερα και στατιστικές.
Αυτό το πολιτισμικό-ανθρωπιστικό παράδειγμα της κοινοτικής φροντίδας, καταστρέφεται. Η ίδια η Δημοκρατία. Και αυτό αφορά ολόκληρη τη χώρα και τους πολίτες της. Επάξια η «μεταρρύθμιση» αυτή μπορεί να φέρει τον τίτλο της πολιτισμικής καταστροφής. Επιπλέον είναι μια πρόχειρη συνένωση, χωρίς όρια και ρυθμίσεις που ουσιαστικά καταστρέφει, κατακερματίζοντας και σχετικοποιώντας τις θεραπευτικές τάσεις που θέλει να συντονίσει.
Η ψυχική υγεία μετατρέπεται σταδιακά από πεδίο θεραπείας σε πεδίο επιβολής και κερδοσκοπίας. Οι εξαρτημένοι δεν προσεγγίζονται ως πρόσωπα με ανάγκη φροντίδας και ένταξης, αλλά ως «περιπτώσεις» που πρέπει να καταγραφούν, να κατηγοριοποιηθούν, να ενταχθούν σε προγράμματα «αποδοτικότητας» με δείκτες επιτυχίας που υπηρετούν πολιτικούς και οικονομικούς/εμπορευματικούς στόχους.
Οι εργαζόμενοι στους χώρους απεξάρτησης και ψυχικής υγείας από θεραπευτές, γίνονται εκτελεστικά όργανα ενός συστήματος που διατάζει, ελέγχει, επιτηρεί και προφέρει νέες αγορές σε ημέτερους παρόχους ιδιωτικών κλινικών απεξάρτησης και κάθε είδους Μ.Κ.Ο για την ψυχική υγεία.
Στο πλαίσιο αυτό, η συγχώνευση των δομών δεν είναι ουδέτερη τεχνοκρατική πράξη. Είναι πολιτική ιδεολογία. Δεν είναι εξορθολογισμός του δημόσιου τομέα, αλλά μια ιδεοληπτική παρέμβαση που αποσκοπεί στη διάλυση κάθε νησίδας αυτονομίας, κάθε χαραμάδας συλλογικής σκέψης και πράξης.
Όταν η εξουσία παρεμβαίνει στον χώρο της ψυχικής υγείας με όρους, οικονομικού κόστους και στατιστικής αποδοτικότητας, δεν αλλοιώνει απλώς έναν θεσμό· αλλοιώνει την ίδια την έννοια της ανθρώπινης ύπαρξης. Η κρίση της υγείας δεν είναι ζήτημα τεχνικό, αλλά υπαρξιακό και πολιτισμικό. Η παθολογία της ψυχικής υγείας γίνεται καθρέφτης της παθολογίας του κράτους. Και όταν η παθολογία αυτή παγιώνεται, δεν αφορά μόνο τους εξαρτημένους ή τους επαγγελματίες υγείας, αλλά διαχέεται σε όλο το κοινωνικό σώμα — μέχρι να αγγίξει την ίδια την υπόσταση της χώρας ως εθνικής οντότητας.
Ένα κράτος που νοσεί στο επίπεδο της φροντίδας, με υποστελέχωση και συγχώνευση ιατρικών Μονάδων, κατασυκοφάντηση θεραπευτών, γιατρών, νοσηλευτών, δεν μπορεί να είναι υγιές στο επίπεδο της δημοκρατίας. Κι όταν η θεραπεία γίνεται μηχανισμός επιτήρησης και κερδοσκοπίας, τότε η ψυχική υγεία δεν απειλείται μόνο από την ασθένεια, αλλά κυρίως από μια εξουσία που αποσύρει την έννοια της ιατρικής φροντίδας, ως κοινωνικό αγαθό, από τα ευάλωτα μέλη της.
Από την Ψυχική Υγεία στο Κοινωνικό Σώμα
Στον εμπορευματικό κόσμο μας, στις κοινωνικές κρίσεις και «μεταρρυθμίσεις»,«Ψάξε για το χρήμα», έλεγε ένας καθηγητής μου στο Πανεπιστήμιο.
Το μοντέλο ανάπτυξης που προωθείται συνολικά, είναι οι ιδιώτες πάροχοι υπηρεσιών και οι εταιριο-κρατικές σχέσεις μετατροπής των κοινωνικών αγαθών σε εμπορεύματα. Από την ενέργεια, την τηλεφωνία, τη φορολογία, την Παιδεία, την Υγεία, κ.λπ. Το μοντέλο αυτό, μια κούκλα μπάμπουσκα που αυτοαναπαράγεται πανομοιότυπα σε όλους τους τομείς, είναι κυρίαρχο στην αποικιοποίημένη από τα μνημόνια, πατρίδα μας. Πιστεύουμε ότι η Υγεία-Ψυχική Υγεία-Απεξάρτηση θα αποτελέσει εξαίρεση;
Η φαρμακευτική/ιατρική περίθαλψη είναι κοινωνικό αγαθό. Συμβάλει στην ατομική και κατ’ επέκταση στην συνολική βελτίωση της υγείας μιας χώρας. Αλλά εδώ δεν μιλάμε για την εξειδικευμένη και ωφέλιμη παροχή ιατρικών υπηρεσιών φροντίδας και σκευασμάτων, αλλά για τη μετατόπιση της δημόσιας Υγείας, στην μέγγενη της οικονομία της αγοράς. Εκεί όπου το κοινωνικό αγαθό περίθαλψης και ίασης, μετατρέπεται σε κερδοσκοπική επιχείρηση και θα τείνει να αξιολογεί συνεχείς επενδύσεις, ζημιές και κέρδη μέσα από τη λογική αυτή, αδιαφορώντας για την συνολική επιβάρυνση της υγείας και της αποδυνάμωσης της ψυχικής ανθεκτικότητας των ανθρώπων.
Η ανάγκη για κέρδος των εταιρειών, προηγείται της ανάγκης για κοινωνικά αγαθά. Ο νεοφιλελευθερισμός, αν και παρουσιάζεται ως ένα πρόγραμμα «απελευθέρωσης» της αγοράς από το Κράτος, στην πραγματικότητα είναι ένα πρόσταγμα ολοκληρωμένης μετατροπής της κοινωνίας στην ιδιωτική αγορά, μέσω του Κράτους, δηλαδή σε έναν τόπο και τύπο σχέσεων μεταξύ ανεξάρτητων υποτίθεται ατόμων διαμεσολαβούμενων από το χρήμα. Και τώρα μάλιστα σε έναν τομέα της ψυχικής υγείας, όπως η εξάρτηση, όπου η υπερκατανάλωση και τα οικονομικά νταλαβέρια υποκαθιστούν την ψυχική πληρότητα και τις ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις.
Όλη η κοινωνία, θέλουν να μετατραπεί, σ’ ένα επιτελικό αυταρχικό Κράτος Αγοράς, όπου θα προτείνεται ως επιβίωση στον ασθενή, ένας συρρικνωμένος «ελάχιστος ψυχικά εαυτός» και η ιδιώτευση. Με ταυτόχρονη απόσυρση του ανθρώπου από τον δημόσιο χώρο και Λόγο, ηττημένο από την κυριαρχία της οικονομίας του εμπορεύματος και την καταστροφή όλων εκείνων των ανθρώπινων ομάδων που δεν θεμελιώνονταν σε ποσοτικές συμφωνίες ατομικών συμβολαίων, όπως η συγγένεια, η φιλία, η γειτονιά, οι εθιμικές τελετουργίες και η θρησκεία, το επάγγελμα, η κοινότητα που φρόντιζε τα ευάλωτα και άρρωστα παιδιά της, κ.ά.
Εν κατακλείδι, στο «μεταμνημονιακό» τοπίο, η δημόσια υγεία στην Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Παρά την υποτιθέμενη σχετική δημοσιονομική σταθερότητα, οι χρόνιες παθογένειες των πολιτικών υγείας —υποχρηματοδότηση, ελλείψεις προσωπικού και ανεπάρκεια υποδομών, στοχευμένη ιδιωτικοποίηση/εμπορευματοποίηση, κ.ά— παραμένουν. Τα νοσοκομεία λειτουργούν συχνά στα όρια των δυνατοτήτων τους, ενώ η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας παραμένει αποδιοργανωμένη.
Η αποχώρηση έμπειρου ιατρικού προσωπικού προς το εξωτερικό (brain drain) έχει επιδεινώσει την κατάσταση. Παράλληλα, οι κοινωνικές ανισότητες στην πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας εντείνονται. Αν και υπήρξαν προσπάθειες ψηφιοποίησης και εκσυγχρονισμού, αυτές είναι αποσπασματικές και ανεπαρκείς. Η πανδημία ανέδειξε με δραματικό τρόπο τα κενά και τις αδυναμίες του συστήματος, χωρίς όμως να ακολουθήσει μια ουσιαστική και διαρθρωτική μεταρρύθμιση. Η ανάγκη για ένα καθολικό, ποιοτικό και ανθεκτικό δημόσιο σύστημα υγείας παραμένει επιτακτική όσο ποτέ.
Στο πλαίσιο αυτό η απορρύθμιση της Ψυχικής Υγείας και Απεξάρτησης, είναι το σύμπτωμα ενός εσωτερικού τραύματος, που δείχνει ότι το κοινωνικό αγαθό της Δημόσιας υγείας δεν είναι επιτακτική στρατηγική ενός Κράτους που ισχυρίζεται ότι θέλει να φροντίζει τους πολίτες του.
*Κοινωνιολόγος, Σύμβουλος Απεξάρτησης
Published by