του Θεόδωρου Ε. Παντούλα
Υποτίθεται ότι το υποτιθέμενο «γλωσσικό ζήτημα» λύθηκε. Στην πραγματικότητα δεν λύθηκε. Διαλύθηκε.
Όλοι γνωρίζουμε ότι το «γλωσσικό ζήτημα» είχε εξωγλωσσικά κίνητρα. Η γλώσσα μας βεβαίως έχει μια σκανδαλώδη συνέχεια. Από τον Όμηρο ως τον Ελύτη δεν σίγησε. Κι όχι μόνο δεν σίγησε αλλά σε αυτή τη γλώσσα ειπώθηκαν και γράφτηκαν τα καίρια της ανθρώπινης περιπέτειας.
Κι ενώ κάποιοι συμπλεγματικοί επέλεξαν να απολογηθούν για την διαχρονική ενότητα της γλώσσας μας, εμείς ακόμη φερόμαστε ως προικοθήρες, που, όταν δεν την αγνοούμε, περιφρονούμε την προίκα της τραυλίζοντας σπασμένες λέξεις σε ξένες γλώσσες!
Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να συμβεί, αφού ο κύριος σκοπός της εκπαιδευτικής διαδικασίας εδώ και χρόνια φαίνεται ότι δεν είναι η γνώση αλλά η απομνημόνευση πληροφοριών. Όλες αυτές οι πληροφορίες βεβαίως λησμονούνται βραχυπρόθεσμα κι οι επιλήσμονες μαθητές μας αγνοούν τον τρόπο για την απόκτησή τους, αφού ποτέ δεν τον διδάχθηκαν. Γι’ αυτό μεσουρανεί η Ακρισία. Η αδυναμία διάκρισης, η δυσχέρεια στοχασμού και η δυστοκία έκφρασης. Τα ίδια ισχύουν και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όπου οι φοιτητές μας μένουν εκτός έρευνας κι ασκούνται με επιμέλεια στο σκονάκι και στα «σος». Κατά συνέπεια πλεονάζει η –διορισμένη ή υπό διορισμό– πτυχιούχος αγραμματοσύνη.
Εάν νομίζετε ότι οι εκτιμήσεις αυτές είναι υπερβολικές, ζητήστε από ένα μαθητή ή φοιτητή να συγκεφαλαιώσει σε μια κόλλα χαρτί όσα λ.χ. άκουσε σε μια ωριαία διάλεξη ή διάβασε σε μια επιφυλλίδα. Τα αποτελέσματα θα σας αποκαρδιώσουν αλλά και θα σας πείσουν ότι έχουμε μια φτωχή παιδεία και μια πλούσια παραπαιδεία, που κι οι δυο μαζί δεν καταφέρνουν οι απόφοιτοί τους να καταλαβαίνουν κάτι περισσότερο από τηλεοπτικές ατάκες.
Ευθύνες βεβαίως και υπάρχουν κι ας μην τις αναλαμβάνει κανείς. Τίμιο πάντως είναι να μην λησμονούμε ότι δεν κρίνονται μόνο οι μαθητές από τις επιδόσεις τους. Κρίνονται και οι δάσκαλοι από τις επιδόσεις των μαθητών τους.
Published by