του Γεώργιου Κ. Τασούδη
”Son what are you doing here
My fear for you has turned me in my grave”
I said ”mama I come to the valley of the rich
Myself to sell”
She said ”son this is the road to hell”
Θυμήθηκα χθες τ’ απόγευμα τον Chris Rea. Αυτόν τον σπουδαίο καλλιτέχνη, με την ανεπανάληπτη φωνή, το έργο του οποίου εκτιμώ απεριόριστα.
Τούτη η θύμηση, όμως, είχε κάτι το ξεχωριστό. Κάτι τη διαχώριζε από μιαν απλή αναπόληση, μιαν κοινή, περαστική αναθύμηση. Ήταν σαν εκείνες τις θύμησες που αυτονομούνται στο νου, σχεδόν σου επιβάλλονται, γιατί έχουν κάτι αξιοσημείωτο να υποδείξουν. Να αποκαλύψουν μιαν άλλην πτυχή τους. Να υπαγορεύσουν μια διαφορετική ανάγνωση των πραγμάτων. Να εκπλήξουν∙ ευχάριστα ή μη.
Έτσι, λοιπόν, ανταποκρινόμενος στο πρόγκημα της μνήμης ανάτρεξα, ενστικτωδώς μα όπως αποδείχτηκε όχι τυχαία, σ’ ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα και διαχρονικά τραγούδια του (εξού και τόσο επίκαιρο)∙ στο «Road to hell» ή επί το ελληνικότερο «ο δρόμος προς την κόλαση».
Για να μην μακρηγορώ. Σε ένα σημείο της εισαγωγής, της πλήρους εκδοχής του τραγουδιού, οι στίχοι καθίστανται άκρως αποκαλυπτικοί, καθώς στη στιχομυθία της νεκρής μάνας με τον γιο της, διαμείβονται τα εξής:
Είπε (σημ.: η μάνα), «Γιέ μου, τι κάνεις εδώ; Ο φόβος μου για σένα με κάνει να στριφογυρνάω μες στον τάφο μου.»
Είπα, «Μαμά, ήρθα στη κοιλάδα των πλουσίων, για να πουλήσω τον εαυτό μου. »
Είπε, «Γιέ μου, αυτός είναι ο δρόμος προς την κόλαση»…
Αυτοστιγμεί -κυριολεκτικά αστραπιαία- εξερράγησαν στο νου πλήθος συνειρμοί, οι οποίοι συνοψίζονται στα κάτωθι:
Τοποθέτησα, λοιπόν, στη θέση της νεκρής μάνας την ιδιαίτερή μας Πατρίδα, την Ελλάδα. Και στη θέση του γιου, τα τέκνα της. Τους πολίτες, την κοινωνία, όλους εμάς. Τους πολιτικούς και πολιτευτές μας καθώς και ανθρώπους κάθε μετεριζιού.
Και το πως κάποιοι εξ αυτών -ιδιαιτέρως οι εξουσιαστές, το περιβάλλον τους ή/και όσοι προσδοκούν να εισέλθουν σε αυτό- σέρνονται με ελαφρά την καρδία, αψήφιστα, ιδιοτελώς ή εμπαθώς, πίσω από τους πλούσιους και ισχυρούς της οικουμένης, τις λεγόμενες ελίτ, πασχίζοντας να εξασφαλίσουν την εύνοιά τους∙ πάντα για το καλό μας (για να μνημονεύσω κι έναν δικό μας προφητικό καλλιτέχνη).
Και προκειμένου να το επιτύχουν, όπως η πραγματικότητα το αποδεικνύει, το πόσο διατεθειμένοι είναι να ξεπουλήσουν ακόμη και τον ίδιο τους τον εαυτό, ήτοι την ιδιοσυστασία τους. Ειδάλλως, δεν γίνονται (απο)δεκτοί. Η άρνηση εαυτού αποτελεί προαπαιτούμενο της λυκοφιλίας των ισχυρών… ή οικειοθελής πράξη υπερβάλλοντος ζήλου και πλειοδοτικής μειοδοσίας∙ ήγουν ραγιαδισμός.
Αυτός είναι ο δρόμος προς την κόλαση. Αυτή είναι η σύγχρονη κοινωνικοπολιτική μας κόλαση. Η απώλεια της προσωπικότητάς μας. Το ξεπούλημα, έναντι πινακίου φακής, της συλλογικής μας ταυτότητας. Και ασφαλώς το ξεπούλημα του εαυτού είναι θέμα χρόνου να ακολουθήσει κι ό,τι τον περιβάλλει. Των λοιπών τιμαλφών∙ υλικών και πνευματικών. Δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια, ακρώρειες, ορυκτός πλούτος, ιστορία, πίστη, μέλλον, ανθρώπινες ψυχές∙ του διπλανού και της μάνας ακόμη. Ο δρόμος προς την κόλαση με τις καλές του προθέσεις. Προς ανάπαυση συνειδήσεων και ξεγελασμό. Για το καλό μας. Ή μήπως για την εξουσία, τον πλούτο, τη λατρεία του Μαμμωνά.
Αθάνατε Βέγγο, μα πόσο δίκιο είχες τελικά σαν τους αποκαλούσες «Αντίχριστους»!
Published by