– Δεν γνωρίζω ποιανού είναι πάντως μας κρατεί καλά, ως τώρα τουλάχιστον, κι ας είναι κυνικό, ξεδιάντροπο και γελοίο.
– Ω, απόθεμα, προς εκκαθάριση.
– Εκκαθάριση από τα έξω, εκρίζωση προς τα μέσα· μακάριοι όσοι τραύλισαν το «ναι» στο καθαρτήριο άγγιγμα της καλής τους νεράιδας! Αλλά πριν, χωρίς προηγούμενη φιλόπονη εκρίζωση, η εκκαθάριση με το νεραϊδίσιο ραβδί της μάλλον δεν θα μας καταδεχθεί.
Ευεργετική θα ΄ταν μια αίσθηση του «κρατικού κακού», «κρατισμού» ή «κρατολατρείας», σαν ενός ξένου σώματος μέσα μας που καθηλώνει στο υπαρκτικά στοιχειώδες, σε μια ζωή εν τάφω, ζωή που δεν είναι ζωή αλλ’ ωστόσο ζωντανός πόνος, νοσταλγία της ζωντανής ύπαρξης, πόνος της αποθυμιάς της: ίσως τότε ο πόνος από την εκρίζωση του παραπάνω κρατικού «απωθημένου» να φάνταζε καλοδεχούμενος, και το κράτος σαν ένα από τα παιχνιδάκια που αφήνουμε πίσω μας όταν ωριμάζουμε.
Αλλιώς, διχασμένος μεταξύ δύο κυρίων, δεν μπορείς να σταθείς απέναντι σε κανένα κράτος: σαν νεκροζώντανος θα σπαταλιέσαι μπαινοβγαίνοντας στην επικράτεια του Κανενός, που τη μισείς, αλλά και δεν μπορείς χωρίς αυτή.
Το εν Ελλάδι ιδιωτικό κράτος «ιδιωτείας» ή κράτος ιδιωτών σίγουρα δίνει περισσότερες λαβές για να το απεχθάνεσαι και μακάρι να μη χρειάζονται κι άλλες πειστικότερες. Έχει και τα καλά της η ρήση πως «στην Ελλάδα όλα διαφέρουν κατά το ποσοστό του γελοίου» αν πάντα ισχύει τόσο για τα σπουδαία όσο και για τα χαμερπή· πράγματι ποιος μπορεί να γελάσει με το Άουσβιτς…, αλλά μήπως κι εμείς δεν έχουμε φρικαλεότητες δικές μας; Η μόνη διαφορά είναι ο μαζικός, μεθοδικά οργανωμένος και ψυχρά εκτελεσμένος χαρακτήρας, πράγματα που παραδοσιακά ευτυχώς μας δυσκόλευαν· αν όμως κρίνουμε από τον σημερινό οργασμό εκσυγχρονιστικής ευθυγράμμισης και εντατικοποίησης που μας έχει κυριεύσει, ίσως αλλάξουμε γνώμη. Οι περισσότεροι δεν το έχουμε αντιληφθεί· γι’ αυτό και επικυρώνουμε με τη συμμετοχή μας, συχνά ένθερμη, τούτη τη μανία αναδόμησης ενός Κράτους που, παραδόξως, κι όχι μόνο λόγω ατζαμοσύνης ή αδηφαγίας, αποδιοργανώνει, απομονώνει και βραχυκυκλώνει κάθε κίνηση των υπηκόων του. Μας διαφεύγει πως απαιτεί και η εξόντωση σωστό σχεδιασμό, την πειθαρχία της, την ασκητική της, ακόμη και την ανανέωσή της για να δείχνει πάντα φρέσκια και θελκτική! Ας μη θρηνούμε λοιπόν για τις ελληνικές «ατέλειες» του κρατικού οικοδομήματος, την ιδιωτεία του κι όλα τα παρελκόμενά της, γιατί αυτές ίσως αποδειχτούν σωτήριες, αν τις ερμηνεύουμε σωστά.
Μόνη ελπίδα σωτηρίας, να γίνουμε κοινωνία αγίων, να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον, ελπίζοντας πάντα πως δεν θα ξεσηκώσουμε τόση χαιρεκακία, ώστε να μας ρίχνουν όπως άλλοτε στη φωτιά ή στα λιοντάρια, όχι μόνο γιατί αυτά τα δεινά αντικαθίστανται από πάρα πολλές εκλεπτυσμένες όσο και αποτελεσματικές «τελικές λύσεις» αλλά και γιατί κανείς πια δεν θεωρεί χρέος του, φευ, να περιμένει να αγιάσεις πρώτα προκειμένου να σου πάρει τη ζωή! Ίσα-ίσα αυτό επικαλούνται οι συνήθεις ανθρωποδιωκτικές Αρχές: γι’ αυτές οι άνθρωποι κρινόμαστε ένοχοι, «ελαττωματικοί» μπροστά στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο τους, ακριβώς επειδή δεν είμαστε άγιοι και αγίες! Και κατά μια έννοια ίσως να έχουν δίκιο· μετά από 2 χριστιανικές χιλιετίες θα μπορούσαμε κι εμείς, οι χριστιανοί, να είμαστε κάπως καλύτεροι, αδελφέ μου. Και δεν φταίνε μόνο οι άλλοι για τα δεινά μας· έχει και το καθίδρυμα που αποκαλούμε εκκλησία μας τα αμαρτήματά του. Δεν ήταν μόνο οι «άσωτοι» όσοι του γυρίσαν την πλάτη, ούτε ασφαλώς είμαστε «σωσμένοι» όσοι εμμένουμε στους κόλπους της. Αλλά αν αληθεύει πως ποτέ δεν είμασταν τόσο του ύψους όσο και του βάθους συνάμα, είναι χωρίς άλλο ο χριστιανισμός που άνοιξε το έδαφος σε τούτη την ιλιγγιώδη παλινδρόμηση από το ζενίθ στο ναδίρ κάτω από κάθε μας βήμα.
Published by