ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Να είσαι ελεύθερος. Να βγάζεις το ψωμί που τρως. Ανεμπόδιστα να γεύεσαι τη γονική σου κληρονομιά και να ετοιμάζεις εκείνη που θα δώσεις στα παιδιά σου. Θεμελιώδες τρίπτυχο —με πάμπολλες άλλες πτυχώσεις— πολιτείας που ευημερεί και ευτυχεί, καθώς έτσι οικοδομούμε «τν πόλιν τος πσι κας πόλεμον κας ερήνην αταρκεστάτην» (Περικλέους, Επιτάφιος). Αλλά από αυτά τα θεμελιώδη, δυστυχώς, πολύ έχουμε απομακρυνθεί εμείς οι σημερινοί Έλληνες και η σημερινή μας πατρίδα.

Με λίγα λόγια:

Α. Κυριαρχία. Διακόσια χρόνια μετά τη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση, συνεχίζουμε να ζούμε σε μια Ελλάδα με κολοβωμένη την εθνική της ανεξαρτησία και την εδαφική της ακεραιότητα ακόμα να απειλείται με ακρωτηριασμό.

Ήταν τα «Μνημόνια», από το μοιραίο 2010, μέχρι το 2015 και μέχρι σήμερα, που μας επέβαλαν, έναντι του αλόγιστου χρέους, ένα ιδιότυπο καθεστώς απαλλοτρίωσης του εθνικού πλούτου, θεσμίζοντας την πλήρη οικονομική υποτέλεια, κατάσχοντας δια της τραπεζιτικής βίας το σύνολο σχεδόν των καταπιστευμάτων δύο τουλάχιστον γενεών Ελλήνων, από τον πόλεμο και μετά.

Ως συνέπεια αυτού του ακήρυκτου πολέμου που χάσαμε, σχεδόν αμαχητί, ήρθε ο εξανδραποδισμός των νέων της πατρίδας μας, που έφυγαν αναζητώντας καλύτερη τύχη στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.

Ακολουθεί αναπόδραστα η φαλκίδευση της Δημοκρατίας, η υπονόμευση των θεσμών της και ο κυβερνητικός αυταρχισμός.

Ταυτοχρόνως, συνεχίζεται και δυστυχώς υποδαυλίζεται από τη λεγόμενη διεθνή Κοινότητα ένα ιδιότυπο καθεστώς ομηρείας και διαρκούς αμφισβήτησης της εθνικής μας κυριαρχίας από τη γείτονα Τουρκία. Από την επαίσχυντη νύχτα των Ιμίων, τον Ιανουάριο του 1996, το Αιγαίο (μαζί και η χώρα) παίρνει ολοένα και πυκνότερο γκρίζο —αντί γαλάζιου— χρώμα: Περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας στα 6 μίλια, καθώς «το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη», όπως είπε πρόσφατα επιφανής πολιτικός, εκ των μνημονιακών πρωτομαστόρων· απαίτηση για αφοπλισμό των νησιών του ανατολικού Αιγαίου· αμφισβήτηση δικαιώματος ΑΟΖ στο Καστελόριζο — και όχι μόνο· προώθηση της ιδέας «συνεκμετάλλευσης» του Αρχιπελάγους.

Β. Αποβιομηχάνιση. Απότοκο των παραπάνω είναι η εδώ και δεκαετίες διολίσθηση του συνόλου της ελληνικής οικονομίας στον παρασιτισμό και σε ενός τύπου τριτοκοσμικής-αποικιακής (υπο-)«ανάπτυξης». Χωρίς κανένα σοβαρό επιτελικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, με, όλως αντιθέτως, δοσμένα όλα στο καταστροφικό έργο αποψίλωσης κάθε εθνικής παραγωγής (ενέργεια, βιομηχανία, εμπόριο, αγροτική παραγωγή κ.τ.ό.), ξεμείναμε σε μια εξαγγελία «παραδείσου» των καζίνων, του φτηνού τουρισμού και των επιδοτήσεων.

Αυτό που ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες δεν είναι παρά η υποβάθμιση του αγροτικού παραγωγικού τομέα, ενεργειακή πολιτική υπαγορευόμενη από ξένα κέντρα αποφάσεων, τουριστική μονοκαλλιέργεια, πωλήσεις γης σε κάθε λογής ξένους επενδυτές και επιτήδειους ιδιώτες, αδιαφορία για την μικρομεσαία επιχείρηση και συνεχής διολίσθηση του συνόλου της οικονομίας σε πλήρη υποτέλεια στις πολυεθνικές αφ’ ενός και σε ένα πολιτικάντικο επιδοματισμό αφ’ ετέρου.

Είναι φανερό, ακόμα και στον πιο ανίδεο σε οικονομικά θέματα πολίτη, πως χωρίς μια σοβαρή παραγωγική ανάταξη, ούτε η διεθνής θέση της χώρας μπορεί να διασφαλιστεί, ούτε η ελευθερία και ανεξαρτησία της, ούτε θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε ποτέ από το απεχθές βάρος του χρέους.

Μάλιστα, η κατάσταση που περιγράψαμε βαθαίνει, όπως είναι αναμενόμενο, το κοινωνικό χάσμα ανάμεσα σε πλούσιους (υπερ-πλούσιους) και φτωχούς (νεόφτωχους), κάνοντας το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη πιο επίκαιρο από ποτέ.

Γ. Παρακμή. Λέγεται συχνά, από συνήθη αμετροεπή κυβερνητικά χείλη, ότι «ο πολιτισμός είναι η βαριά μας βιομηχανία». Ποιος πολιτισμός άραγε; Μια τυχαία περιδιάβαση στις πιο πολλές μας πόλεις, πρωτίστως στην πρωτεύουσα και τη συμπρωτεύουσα, δίνει την εικόνα βαθιάς παρακμής.

Δεν είναι μόνο οι σειρές των κλειστών και σκοτεινών καταστημάτων, των πάλαι ποτέ βιομηχανικών συγκροτημάτων και νυν ετοιμόρροπων ικριωμάτων, είναι και η παντελής απαξίωση κάθε δημόσιου χώρου, είναι και η άναρχη ασχήμια. Είναι ο ευτελισμός και η απαξίωση των μνημείων του παρελθόντος — τσιμέντα στον Παρθενώνα, αποξήλωση του ρωμαϊκού σταυροδρομίου στη Βενιζέλου, εγκατάλειψη στη φθορά κάθε καταλοίπου μιας πάλαι ποτέ αστικής ακμής, ουρανοξύστες στο Ελληνικό είναι μόνο μερικά χτυπητά παραδείγματα από πλήθος άλλα.

Όσο για τον σύγχρονό μας πολιτισμό —που σε πείσμα όλων των παραπάνω ζει και δημιουργεί— ποιος νοιάζεται; Λίγο ακόμα και τα βιβλία θα τυπώνονται σε τιράζ 100 αντιτύπων. Λίγο ακόμα και οι περισσότεροι νέοι Έλληνες δεν θα μπορούν να διαβάσουν —ή να μιλήσουν— υποφερτά ελληνικά. Αρκεί μια ματιά στα σχολικά προγράμματα ή στα τραγελαφικά νομοσχέδια του υπουργείου Παιδείας για να αποκαλύψει την αποξένωση του πολιτικού συστήματος της χώρας από τους κινδύνους που εγκυμονεί η απαξίωση της δημόσιας παιδείας και η προελαύνουσα αμορφωσιά.

Εάν σε αυτά, τα πολύ γενικά και λίγα μόνο από τα προβλήματα που καθηλώνουν την χώρα, προστεθούν όσα αφορούν στην υγεία, στο περιβάλλον, στην ασφάλεια, στην καθημερινότητα κ.λπ. φανερώνεται η βαριά σκιά του ελλαδικού προβλήματος:

α. Λίγο κατ’ ολίγον γινόμαστε ολοένα και λιγότερο ελεύθεροι, σε μια ολοένα και λιγότερο ανεξάρτητη και λιγότερο δημοκρατική πατρίδα. Σε ένα διεθνές περιβάλλον ολοένα και περισσότερο ασφυκτικό και επ’ εσχάτοις πολεμικό.

β. Αντί να σιτιζόμαστε εργαζόμενοι, παρασιτούμε, μέσα στην οικονομική κατάρρευση σε ελεύθερη πτώση, σε συνθήκες πρωτοφανούς ανεργίας και δημογραφικής γήρανσης και κρίσης.

γ. Απεμπολούμε καθημερινά την ιστορική μας γη, την ποτισμένη με αίμα αγώνων και θυσιών, την προγονική κληρονομιά, ηθική και πνευματική πρωτίστως, αδυνατώντας να δημιουργήσουμε εμείς κάτι άξιο, πολιτικά δημοκρατικό και κοινωνικά ωφέλιμο να αφήσουμε στα παιδιά μας, ώστε να μείνουν στον τόπο τους, στη γλυκιά κι όμως παρατημένη από εμάς τους ίδιους πατρίδα.

Όσα πιο πάνω γράφτηκαν μπορεί βρούνε σύμφωνους πολλούς. Όμως το ζητούμενο δεν είναι να συμφωνήσουμε μόνο, αλλά και να απαντήσουμε στο εύλογο και κρίσιμο ερώτημα: τι κάνουμε;

Από καιρό έχει φανεί η ανάγκη μιας πολιτικής πρωτοβουλίας, ανεξάρτητης από τα γερασμένα, απαξιωμένα και υποτελή εν τέλει πολιτικά σχήματα που μας κληροδότησε η χρόνια κρίση. Οι παραδοσιακοί πολιτικοί σχηματισμοί δεν είναι σε θέση να εκφράσουν τον καημό του λαού μας για προκοπή στην ίδια του την πατρίδα. «Μοιραίοι και άβουλοι» συνάμα, απλώς εναλλάσσονται στις κυβερνήσεις με πανομοιότυπη και δοτή πολιτική. Και συντάσσονται σε όλα χωρίς κρατούμενα με τον διεθνή, ληστρικό, όπως αποδεικνύεται ολοένα και καθαρότερα, παράγοντα.

Επιπλέον, στις μέρες μας οι παραδοσιακοί πολιτικοί χαρακτηρισμοί «δεξιά», «αριστερά» κ.λπ. λίγη έχουν πλέον αξία, ενώ προβάλει η επείγουσα αναγκαιότητα ενός πολιτικού χώρου απαλλαγμένου από πολιτικά πρόσωπα της χρόνιας διαπλοκής και της καριέρας, που να φιλοδοξεί να ενώσει τους Έλληνες με βάση τα παραπάνω. Δηλαδή:

Ελευθερία —άρα και Δημοκρατία και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και υπεράσπιση των εθνικών δικαίων—, Οικονομική ανάπτυξη —με τα Οφέλη της για τους πολλούς—, που προϋποθέτει αλλά και συνεπάγεται Δημογραφική ανάκαμψη και Πολιτιστική ευωχία, στα χνάρια των δημιουργικών ανθρώπων αυτού του τόπου, που συνομιλούν με το σήμερα και το αύριο, χωρίς να λησμονούν το χθες.

Αυτό είναι το λιγότερο που πρέπει να κάνουμε, εάν δεν θέλουμε να αφήσουμε το μέλλον της χώρας και των παιδιών μας σε ξένα χέρια, που κατά το γνωστό τραγούδι «είναι μαχαίρια».

“Πολιτική Πρωτοβουλία”

Published by

Πολιτική Πρωτοβουλία